σκυλοπνίχτης

σκυλοπνίχτης
ο
παλιό πλοίο και κακοτάξιδο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • σκυλοπνίχτης — ο / σκυλοπνίκτης, ΝΜ, και θηλ. σκυλοπνίχτρα, Ν, και σκυλλοπνίκτης Μ νεοελλ. μτφ. παλιό ή κακής κατασκευής πλοίο, τού οποίου οι επιβάτες κινδυνεύουν κάθε στιγμή να βρουν τραγικό θάνατο σαν τα αδέσποτα σκυλιά μσν. (ως ερμηνεία τού λυδικού ονόματος… …   Dictionary of Greek

  • σκυλλοπνίκτης — ὁ, Μ βλ. σκυλοπνίχτης …   Dictionary of Greek

  • σκυλοπνίκτης — ο, θηλ. σκυλοπνίκτρα, Ν βλ. σκυλοπνίχτης …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”